4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Στη Δημητσάνα με Abarth 500C & Renault Twingo GT Gordini

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 23 Σεπτεμβρίου 2011
ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΑ: Abarth 500C, Renault Twingo GT Gordini
ΟΔΗΓΟI: Μανώλης Σαλούρος, Παναγιώτης Τριανταφυλλίδης
ΔΙΑΔΡΟΜΗ: Αθήνα-Βυτίνα-Δημητσάνα-Στεμνίτσα-Αθήνα
ΧΙΛΙΟΜΕΤΡΑ: 493

Gordini και Abarth. Για κάποιους απλές εκδόσεις. Για κάποιους άλλους ειδικές κατασκευές, σχεδιασμένες από το χέρι και με το μεράκι ανθρώπων που άφησαν ανεξίτηλα τα σημάδια τους στην αυτοκίνηση. Αναβιώνει σήμερα η χρυσή εποχή του τότε;

ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ το πνεύμα της εποχής, όντας μικρά σε μέγεθος και με χαμηλό κυβισμό, ενώ συνοδεύονται από ονόματα-θρύλους της αυτοκίνησης, που αφήνουν πολλές υποσχέσεις. Αναφερόμαστε στο Abarth 500 με το έμβλημα του Σκορπιού να δεσπόζει στο εμπρός μέρος αλλά και στο Renault Twingo που κοσμείται από το όνομα και τα χαρακτηριστικά χρώματα του Αμεντέο Γκορντίνι. Η συνεύρεσή τους αποτελεί πρώτης τάξεως ευκαιρία για μια απόδραση από την καθημερινότητα...
Η άφιξη του Renault Twingo Gordini στη χώρα μας ήταν απλώς η αφορμή. Με δεδομένο ότι στη διάθεσή μας είχαμε την έκδοση GT με το μικρό υπερτροφοδοτούμενο κινητήρα των 1.200 κ.εκ. και με απόδοση 100 ίππους, η αντιπαράθεση με το Abarth 500 (και μάλιστα με τον κωδικό «C», ο οποίος υποδηλώνει ότι το «500αράκι» είναι κάμπριο) δεν ήταν άμεση. Τουλάχιστον σε επίπεδο προδιαγραφών και τεχνικών χαρακτηριστικών. Σε κάθε περίπτωση, η σπορ σχεδίαση και η εικόνα αμφότερων, σε συνδυασμό με όσα αναφέραμε στην αρχή του κειμένου, μας οδήγησαν εκτός Αθηνών, στη μοναδική ελληνική ύπαιθρο. Με καλή παρέα (κάποιοι συνάδελφοι είναι κάτι παραπάνω από απλοί φίλοι), δώσαμε νωρίς ραντεβού στο... γνωστό σημείο της Αττικής Οδού με προορισμό την ορεινή Αρκαδία.
Όπως είναι φυσικό, το πρώτο που κέντρισε τα βλέμματα ήταν το Twingo, το οποίο ήταν και το νεοφερμένο της παρέας. Με το μπλε χρώμα και τις δύο λευκές ρίγες -σήμα κατατεθέν- του Gordini να δεσπόζουν στο καπό, στην οροφή και στο πίσω μέρος, το μικρό Renault σε παρασέρνει σε συνειρμούς που έχουν να κάνουν με το ένδοξο παρελθόν της γαλλικής εταιρείας. Οι σπορ πινελιές δε λείπουν από το υπόλοιπο αμάξωμα, με τους λευκούς καθρέφτες και τα παρόμοια «φιλέτα» στον εμπρός διαφοροποιημένο προφυλακτήρα δίπλα στους προβολείς ομίχλης να συνθέτουν την εικόνα του Twingo Gordini. Κερασάκι οι πολυάκτινες ζάντες αλουμινίου, οι οποίες όμως στην έκδοση GT έχουν μικρή διάσταση και ουσιαστικά μαρτυρούν τη διαφορά σε σχέση με το «μεγάλο» αδελφάκι του, το R.S. Αντίθετα, το Abarth 500C δείχνει σαφώς πιο macho. Με τα αεροδυναμικά βοηθήματα, τους μεγάλους τροχούς και τις δύο ξεχωριστές απολήξεις της εξάτμισης στο πίσω μέρος, φωνάζει από μακριά ποιος είναι ο πραγματικός χαρακτήρας του. Πάντως, αν κάποιοι προτιμούν να είναι περισσότερο διακριτικοί, τότε το Twingo είναι το αυτοκίνητό τους.
Το μικρό καραβάνι ξεκίνησε με προορισμό την Τρίπολη. Από τη Ν.Ε.Ο. κατευθυνθήκαμε προς τον κόμβο της Νεστάνης, από όπου ακολουθήσαμε το δρόμο για Λεβίδι. Η ιδέα ήταν απλή και, φυσικά, ανήκε στο μετρ του είδους, το Θάνο Ηλιόπουλο. Από το Λεβίδι θα περνούσαμε Βυτίνα, Δημητσάνα, Στεμνίτσα (τρία υπέροχα και γραφικά χωριά) και από εκεί, μέσω Ελάτης, θα επιστρέφαμε στη Βυτίνα, χρησιμοποιώντας μια όχι και τόσο γνωστή διαδρομή μέσα στα έλατα, της οποίας το κύριο χαρακτηριστικό είναι η μειωμένη κυκλοφορία. Βέβαια, δεν μπορέσαμε να αντισταθούμε στον πειρασμό και έτσι ακολουθήσαμε και την Ανάβαση Δημητσάνας, η οποία τα τελευταία χρόνια αποτελεί κλασική καλοκαιρινή φιλική συνάντηση αυτής της μορφής αγώνων.

Στα πηδάλια
Το είπαμε εξαρχής και ήμασταν συνειδητοποιημένοι. Θέμα άμεσης αντιπαράθεσης δεν υφίσταται. Και αυτό το καταλαβαίνει κανείς από την πρώτη στιγμή που θα βρεθεί στο εσωτερικό των δύο αυτοκινήτων. Κατά τη μετακίνηση στη Ν.Ε.Ο. αυτός που βρισκόταν στο «500» αναμφίβολα είχε το πιο δύσκολο έργο. Η σκληρή ανάρτηση σε συνδυασμό με τα χαμηλοπρόφιλα ελαστικά ταλαιπωρούν τη μέση, την ώρα που τα επίπεδα θορύβου έχουν αυξηθεί κι άλλο, εξαιτίας της μαλακής οροφής της ανοικτής έκδοσης που είχαμε στη διάθεσή μας. Την ίδια στιγμή, ο «τυχερός» που βρισκόταν στο Twingo απολάμβανε την άνεση της ανάρτησης (ως γνωστόν, οι Γάλλοι έχουν τον τρόπο τους...) και την ηρεμία στο εσωτερικό της καμπίνας.
Μετά το πέρας των έργων στην Κορίνθου-Τριπόλεως ο χρόνος της διαδρομής έχει μειωθεί δραστικά, με αποτέλεσμα σε περίπου μισή ώρα να έχουμε φθάσει στον κόμβο της Νεστάνης. Από εκεί κατευθυνθήκαμε προς Λεβίδι, ενώ συνεχίσαμε για Βυτίνα και καταλήξαμε στη Δημητσάνα. Η εικόνα των συγκεκριμένων χωριών είναι μοναδική, και ευτυχώς που ακόμα και σήμερα υπάρχουν άνθρωποι που φροντίζουν να μην προσβάλλουν την αισθητική μας και να διατηρούν το χρώμα και το χαρακτήρα που αρμόζει και ταιριάζει στην ελληνική ορεινή ύπαιθρο. Βγαίνοντας από τη Δημητσάνα, και ύστερα από μια σύντομη στάση στο Μουσείο Υδροκίνησης, φτάσαμε στο σημείο από όπου ξεκινά η ομώνυμη Ανάβαση. Όπως είναι φυσικό, δεν μπορούσαμε να αντισταθούμε στον πειρασμό και, έπειτα από μερικές απαραίτητες φωτογραφίες, περάσαμε και πάλι στο εσωτερικό των αυτοκινήτων, αλλά με τελείως διαφορετικές σε σχέση με πριν διαθέσεις.
Το καινούργιο είναι εκείνο που ελκύει, και για αυτό βιαστήκαμε να μπούμε στο εσωτερικό του Twingo. Το όνομα «Gordini» φιγουράρει τόσο στα καθίσματα όσο και στη λαβή του επιλογέα των 5 σχέσεων. Το σπορ δερμάτινο τιμόνι με τη διχρωμία αλλά και οι μπλε πινελιές σε αρκετά σημεία του εσωτερικού, όπως στα πλαϊνά στις πόρτες, δίνουν μια ευχάριστη και σπορτίφ νότα στο Renault. Βολευτήκαμε στο εξαιρετικό μπάκετ κάθισμα με την κορυφαία πλευρική στήριξη και δώσαμε ζωή στον κινητήρα. Από την αρχή γνωρίζαμε ότι οι αλλαγές σε σχέση με την έκδοση GT είναι ελάχιστες και περιορίζονται στην απουσία του ESP στη βασική εκδοχή, καθώς οι ρυθμίσεις της ανάρτησης έχουν παραμείνει αμετάβλητες. Το τελευταίο στοιχείο θα μπορούσε να προβληματίσει, αλλά στην περίπτωσή μας μάλλον αποτέλεσε έναν ευχάριστο πονοκέφαλο... Από την πρώτη στιγμή, αυτό που σε κερδίζει είναι ο μικρός κινητήρας των 1.200 κ.εκ. Φυσικά κανείς εντυπωσιάζεται όχι από την ισχύ, αλλά από τη ροπή! Τραβά από χαμηλά, ενώ μόλις στις 3.000 σ.α.λ. ο χειριστής έχει στη διάθεσή του 14,8 χλγμ. Ψηλά, εκεί κοντά στις 5.000 σ.α.λ., αρχίζει και εμφανίζεται η αδυναμία του, αλλά κανένα πρόβλημα! ¶μεση αλλαγή στο σαφή επιλογέα, με τη λίγο πλαστική αίσθηση όμως, και το Twingo επιταχύνει εκμεταλλευόμενο τη ροπή του στις μεσαίες στροφές. Είναι χαρακτηριστικό ότι η αλλαγή των σχέσεων και ο τρόπος οδήγησης θυμίζουν... αγωνιστικό EVO, όσο και αν μπορεί να χαρακτηριστεί ιεροσυλία ο παραπάνω παραλληλισμός. Το σύστημα διεύθυνσης, αν και ελαφρύ, δε θα προβληματίσει και ουσιαστικά προσφέρει σωστή πληροφόρηση στον οδηγό. Η οδική συμπεριφορά κινείται στο πλαίσιο εκείνης του GT, ενώ η απουσία των ηλεκτρονικών βοηθημάτων είναι αυτή που του προσδίδει έναν πιο.. hardcore χαρακτήρα. Η σχετικά μεγάλη διαδρομή της ανάρτησης έχει ως αποτέλεσμα το πίσω μέρος να ελαφρώνει και το Twingo Gordini να παίρνει μεγάλες γωνίες, υπερστρέφοντας σύμφωνα με τις επιθυμίες του οδηγού. Ναι, είναι ευχάριστο αυτό το γαλλικό... πυραυλάκι. Τα γονίδια των Γάλλων φωνάζουν το «παρών» και σε αυτήν την περίπτωση, και με το γκάζι μπορεί κανείς να ρυθμίσει παραδοσιακά τη συμπεριφορά του. Η υποστροφή είναι, φυσικά, παρούσα στην έξοδο από τα κλειστά κομμάτια, αλλά και αυτή είναι εύκολα ελεγχόμενη, όπως η υπερστροφή. Η ρύθμιση της ανάρτησης το έχει κάνει φιλικό και προβλέψιμο, αφού οι όποιες τάσεις εμφανίζονται προοδευτικά και είναι εύκολα ελεγχόμενες. Είπαμε, οι Γάλλοι έχουν τον τρόπο τους. Βέβαια, παραφωνία αποτελεί η ύπαρξη των ταμπούρων πίσω, αν και η συνεργασία με το ABS και τους αεριζόμενους δίσκους εμπρός κάνει τη δουλειά της...
Περνώντας στο εσωτερικό του «500» αμέσως καταλαβαίνει κανείς τη διαφορά. Το flat bottom τιμόνι, τα μονοκόμματα μπάκετ καθίσματα αλλά και οι σπορτίφ πινελιές στον πίνακα οργάνων και στο ταμπλό συνάδουν απόλυτα στην εξωτερική του σχεδίαση, ενώ, δίνοντας ζωή στον κινητήρα, αντιλαμβάνεσαι αμέσως ότι πρόκειται για σαφώς πιο άγρια κατασκευή. Κατ’ αρχάς, ο ήχος από τις δύο ξεχωριστές απολήξεις της εξάτμισης είναι έντονος και μπάσος, θυμίζοντας περισσότερο αγωνιστικό. Ήδη «φτιαγμένος» από την ηχητική υπόκρουση, βυθίζεις το γκάζι στο πάτωμα και δεν αργείς να συνειδητοποιήσεις τη διαφορά. Οι 40 παραπάνω ίπποι σε σχέση με του Twingo είναι ευδιάκριτοι παντού, εκτός από τις χαμηλές στροφές. Εκεί, κάτω από τις 2.000 σ.α.λ., το Abarth δείχνει να βρίσκεται σε λήθαργο. Αρκεί, όμως, να επιμείνει κανείς στο γκάζι, για να αναλάβει η υπερτροφοδότηση να εκτοξεύσει το «500» μπροστά. Όπως και το Twingo, έτσι και το Abarth προτιμά τις μεσαίες στροφές, μόνο που στην περίπτωσή του το εύρος λειτουργίας του είναι λίγο μεγαλύτερο, αφού διακρίνεται από ικανοποιητική ισχύ μέχρι τις 6.000-6.500 σ.α.λ. Στην κλειστή διαδρομή της Δημητσάνας, βέβαια, με τις διαδοχικές φουρκέτες, θέλει συγκέντρωση και τρόπο για να μην πέσουν χαμηλά οι στροφές και να μη βρεθεί ο χειριστής με τον κινητήρα εκτός δύναμης. Σε αυτό βοηθά και ο πολύ καλός επιλογέας, ο οποίος, αν και... κατάγεται από την Ιταλία, δε δείχνει δυσαρέσκεια, ακόμα και στις βίαιες αλλαγές, όντας σαφής και με καλή αίσθηση. Αντιμετωπίζοντας το... θηρίο, ή πιο απλά τη διαδρομή της Δημητσάνας, το Abarth 500 φανέρωσε από την πρώτη στιγμή τις αρετές του. Το ηλεκτρονικό διαφορικό TTC (Torque Transfer Control) ενεργοποιήθηκε, θέτοντας το ASR εκτός λειτουργίας, αλλά όχι το ESP, και το αυτοκίνητο, εκμεταλλευόμενο την εξαιρετικής ποιότητας άσφαλτο της διαδρομής, κινήθηκε σε υψηλούς ρυθμούς. Η οδηγική αίσθηση είναι τελείως διαφορετική σε σχέση με του Twingo. Η συμπεριφορά του είναι ουδέτερη και με το σχετικά ελαφρύ, αλλά ακριβές και γρήγορο τιμόνι (2,5 στροφές από άκρη σε άκρη) ουσιαστικά σημαδεύεις και στρίβεις, με τον πίσω εσωτερικό τροχό να βρίσκεται στις περισσότερες των περιπτώσεων στον αέρα. Ουσιαστικά, στηρίζεσαι στα εξαιρετικά φρένα και στην ιδανική για αυτές τις συνθήκες ανάρτηση, φρενάροντας οριακά και ακολουθώντας αγωνιστικές γραμμές και αντίστοιχη φιλοσοφία. Βέβαια, η παρουσία του ESP φροντίζει να «κόψει» τις όποιες τάσεις εμφανιστούν στο όριο, στερώντας από το χειριστή την ικανοποίηση της διόρθωσης...

Κάτω από τα έλατα...
Ακούγοντας τα καυτά μέταλλα να προσπαθούν να κρυώσουν, αποχωριστήκαμε με βαριά καρδιά τη διαδρομή της Δημητσάνας (ναι, μας ενθουσίασε!) και αρχίσαμε να κατευθυνόμαστε προς Στεμνίτσα. Ακόμα ένα υπέροχο χωριό, το οποίο σε προκαλεί να σταματήσεις και να το επισκεφτείς. Προσπεράσαμε λόγω... εργασιακού φόρτου και ακολουθήσαμε τη διαδρομή προς Ελάτη και από εκεί για Βυτίνα, ολοκληρώνοντας τη δική μας «μπούκλα». Ανάμεσα από την πυκνή βλάστηση και στα έλατα, μέσα σε ένα καταπράσινο τοπίο, καταφέραμε να «αποδράσουμε» από σκέψεις και προβλήματα, οδηγώντας σε χαλαρούς ρυθμούς. Είναι αλήθεια, η ψυχολογία μας άλλαξε. Ρόλο σε αυτό έπαιξαν τόσο η συντροφιά του... Κορωπίου όσο και η τοποθεσία. Το ίδιο ισχύει για τα αυτοκίνητα που μας συνόδεψαν.
Σύμφωνοι. Το 500C έχει σαφώς πιο σπορτίφ χαρακτηριστικά και ουσιαστικά μας αποδεικνύει για ακόμα μία φορά ότι ο Σκορπιός έχει επιστρέψει. Μπορεί να ταλαιπωρήσει τους επιβαίνοντες στην καθημερινή μετακίνηση, αλλά θα τους «φτιάξει» τη διάθεση σε διαδρομές σαν την παραπάνω. Αντίθετα, το μικρό Twingo GT με τον κωδικό «Gordini» δεν είναι παρά ένα κόλπο του τμήματος Μάρκετινγκ, παρ’ όλα αυτά αποτελεί μια τίμια κατασκευή, με χαμηλό κυβισμό και ικανοποιητική ισχύ, η οποία μπορεί να προσφέρει οδηγική ευχαρίστηση στο γνώστη. Και σε κάθε περίπτωση η εικόνα του με το χαρακτηριστικό μπλε χρώμα και τις δύο λευκές ρίγες καταφέρνει, έστω και στη μικρή του έκδοση, να σε ταξιδεύει νοερά πίσω στο χρόνο. Τότε, στην εποχή της αθωότητας. Ή, πιο απλά, στη χρυσή εποχή της αυτοκίνησης..._ Π. Τ.